Αν θέλουμε να είναι ελεύθερη ρητορική
μίσους, οφείλουμε να κρατήσουμε την
ίδια στάση απέναντι και σε όλες τις
άλλες περιπτώσεις που ένα πρόσωπο με
γραπτό η προφορικό τρόπο προξενεί βλάβη
σε κάποιον.
π.χ. να επιτρέπουμε ελεύθερα
τη συκοφαντία, την ψευδομαρτυρία κλπ.
Γουστάρουμε;
Να το κάνουμε.
Αν δε
γουστάρουμε, τότε να σκύψουμε να δούμε
πότε και πώς στοιχειοθετείται βλάβη
και περιορισμός δικαιωμάτων μέσω της
ρητορικής μίσους. Σε εκείνες τις
περιπτώσεις ο νόμος πρέπει να είναι
ξεκάθαρος.
Η "ρητορική μίσους" δεν
είναι κάθε αρνητικός σχολιασμός. Έχει
συγκεκριμένες λειτουργίες, κοινωνικές
και διαπροσωπικές. Την μπερδεύουμε και
δε γνωρίζουμε να τη διακρίνουμε, όπως
άλλωστε δε γνωρίζουμε να διακρίνουμε
και την ηθική βία.
Περί νομοθεσιών:
Πρώτον:
Οι
νόμοι περιορίζουν δικαιώματα.
Εκ των
πραγμάτων.
Κι αυτό το κάνουν όταν μια
κοινωνία κρίνει ότι χρειάζεται να
περιοριστεί το δικαίωμα κάποιου/ας για να
προασπιστούν τα δικαιώματα κάποιων
άλλων.
Δεύτερον:
Οι νόμοι χρειάζεται
να οριστούν στα σημεία που εμφανίζεται
το πρόβλημα και την περίοδο που η κοινωνία
συνειδητοποιεί το πρόβλημα.
Δεν
ορίζονται αν δεν υπάρχει ανάγκη, ή αν
δεν υπάρχει αντίληψη του προβλήματος,
στο κενό, θεωρητικά.
Π.χ. οι νόμοι που
βγήκαν και θα συνεχίσουν να βγαίνουν
για το διαδίκτυο. Όπως επίσης οι νόμοι
που υπερασπίζονται τα γυναικεία
δικαιώματα.
Άλλο παράδειγμα είναι η
Ηθική Βία. Μόλις τις τελευταίες δεκαετίες
έχει αρχίσει να προβλέπεται και να
μπαίνει στις νομοθεσίες κρατών. Μέχρι
τώρα κατανοούσαμε μόνο τη σωματική βία,
αργότερα αντιληφθήκαμε και την ψυχολογική
βία, τώρα αρχίζουμε να κατανοούμε τις
διαστάσεις και τις επενέργειες της
ηθικής βίας.
Μέχρι δηλαδή μια κοινωνία
να κατανοήσει ένα φαινόμενο, ΔΕΝ μπορεί
να το διαχειρίζεται νομικά.
Τρίτον:
Οι
κοινωνίες έχουν διαφορές στον τρόπο
που αντιλαμβάνονται και θεσπίζουν τις
ελευθερίες και τα δικαιώματα.
Π.χ. Το
δικαίωμα οπλοκατοχής στις ΗΠΑ θεωρείται
ότι είναι δικαίωμα του καθενός ενήλικα.
Στην Ευρώπη ΔΕΝ το βλέπουμε έτσι. Θεωρούμε
ότι πρέπει να συντρέχει λόγος για να
λάβει κάποιος αυτό το δικαίωμα.
Επίσης
στην Ευρώπη περιορίζεται το δικαίωμα
του κοινωνικού συνόλου να τιμωρεί
κάποιον εγκληματία με τη θανατική
καταδίκη. Στις ΗΠΑ ΔΕΝ περιορίζεται.
Τέταρτον:
Οι
κοινωνίες για τα ίδια ζητήματα μπορεί
να νομοθετούν ή να μη νομοθετούν, ανάλογα
με το αν αντιμετωπίζεται το ζήτημα από
τους άγραφους κανόνες της κοινωνίας.
Δηλαδή
σε σημεία που οι άγραφοι κανόνες είναι
αρκετοί και λειτουργούν, δεν αναλαμβάνει
ρόλο η νομοθεσία. Υπάρχουν κοινωνίες
στις οποίες η πολιτική ορθότητα έχει
επικρατήσει σε τέτοιο βαθμό που η
νομοθετική πρόβλεψη για τη ρητορική
μίσους δεν είναι απαραίτητη.
Επίσης
στην ίδια κοινωνία, όταν συμβαίνουν
αλλαγές στη σύνθεση ή στην κοινωνική
ζωή, κάτι μπορεί να χρειαστεί να
προβλεφθεί. Π.χ. σε κοινωνίες που μέχρι
πριν λίγα χρόνια αντιλαμβάνονταν τον
εαυτό τους ως "ομοιογενή", δεν
υπήρχε λόγος να θεσπιστούν νόμοι κατά
του ρατσισμού.
Ως εκ τούτου:
Οφείλουμε
να διερευνήσουμε αν, κατά πόσον, και με
ποιο τρόπο η ρητορική μίσους περιορίζει
δικαιώματα τρίτων.
Στα σημεία που
βρούμε ότι όντως τα περιορίζει ή τα
καταπατά, οφείλουμε να τα
προασπίσουμε.
Επαναλαμβάνω τα "αν",
"κατά πόσον" και "με ποιο τρόπο".
Δηλαδή η "Ρητορική Μίσους" δεν
είναι κάθε λόγος που σχολιάζει ή εκφράζει
άποψη η οποία δεν είναι θετική για μία
ομάδα. Είναι συγκεκριμένες εκφράσεις
που προάγουν καθαρά το μίσος και τη
σύγκρουση, χωρίς να προάγουν τον κοινωνικό
διάλογο ή την ανταλλαγή απόψεων.
Π.χ.
η έκφραση "οι γύφτοι είναι βρομιάρηδες,
κλεφτρόνια και μεταφέρουν αρρώστιες",
είναι ρητορική μίσους.
Μια έκθεση
απόψεων όμως για τα προβλήματα που
εμφανίζονται στη συμβίωση των καταυλισμών
Τσιγγάνων με μια τοπική κοινωνία, ΔΕΝ
είναι "ρητορική μίσους", γιατί
μπορεί πολύ απλά να ανοίξει κοινωνικό
διάλογο και να οδηγήσει σε λύσεις.
Η
αντίληψη αυτού του θέματος αλλάζει από
κοινωνία σε κοινωνία κι από εποχή σε
εποχή, γιατί ακριβώς αλλάζουν οι
κοινωνικές συνθήκες, οι αντιλήψεις και
οι προσδοκίες.
Πάμε τώρα στο καθαρό θέμα της "Ρητορικής
μίσους"
Για να συντρέχει το
αδίκημα, πρέπει αυτός / αυτή που το κάνει να
έχει εξουσία ή θεσμούς που του / της επιτρέπουν
κάτι τέτοιο.
Δηλαδή αν βγει κάποιος
(π.χ. ο μπακάλης της γειτονιάς σου) και
πει για εσένα αυτό που
έγραψες:
"ΠΙΣΤΕΥΩ/ΘΕΩΡΩ/ΕΚΤΙΜΩ ότι
ο Σταύρος Γιαννακόπουλος είναι μαλάκας,
κλέφτης, γελοίος, παλιοχαρακτήρας κλπ.
και ότι πρέπει να τον κάψουμε ζωντανό
στο Σύνταγμα"
αυτό ΔΕΝ είναι ρητορική
μίσους.
Είναι συκοφαντία ή απειλή, και
μπορείς να τον πας μέσα με αυτές της
κατηγορίες.
Αν βγει όμως και το πει
ο αρχιεπίσκοπος, ένας πολιτικός αρχηγός,
ένα οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει θεσμική
εξουσία, τότε είναι ρητορική μίσους.
Δηλαδή
η πρώτη πρώτη πρόβλεψη για να ονομαστεί
κάτι ως ρητορική μίσους, είναι η θέση
αυτού που εκφέρει το λόγο.
(Κάτι
αντίστοιχο μπορείς να φανταστείς και
στην αυλή ενός δημοτικού σχολείου. Άλλο
είναι να πει κάποιο παιδί ότι οι γύφτοι
είναι βρόμικοι και δεν πρέπει να τους
κάνουμε παρέα, άλλο είναι να το πει ένας
δάσκαλος. Ο δάσκαλος έχει θεσμική εξουσία
και μπορεί με πολύ πιο συγκεκριμένο
τρόπο να περιορίσει τα δικαιώματα των
Τσιγγανόπουλων).
Το δεύτερο σημείο
είναι ότι η ρητορική μίσους απευθύνεται
σε ομάδες ΟΧΙ σε πρόσωπα.
Δηλαδή
χρειάζεται να συντρέχει ομαδοποίηση
προσώπων και στοχοποίησή τους με βάση
κοινό χαρακτηριστικό.
Οπότε αν βγει
ο αρχιεπίσκοπος και σε στοχοποιήσει,
τότε θα τον πας για συκοφαντία, όχι για
ρητορική μίσους.
(Και στην περίπτωση
του δασκάλου, ρητορική μίσους είναι αν
μιλήσει γενικά για μια ομάδα. Αν απαξιώσει
ένα πρόσωπο, τότε κατηγορείται με άλλο
τρόπο.)
Αν βγει όμως ο αρχιεπίσκοπος
και πει ότι "ΠΙΣΤΕΥΩ/ΘΕΩΡΩ/ΕΚΤΙΜΩ ότι
ο Σταύρος Γιαννακόπουλος είναι μαλάκας,
κλέφτης, γελοίος, παλιοχαρακτήρας ΕΠΕΙΔΗ
είναι Τσιγγάνος/ομοφυλόφιλος/μετανάστης
κλπ. και ότι πρέπει να τον κάψουμε ζωντανό
στο Σύνταγμα", τότε αυτό ΕΙΝΑΙ ρητορική
μίσους.
Το τρίτο σημείο είναι ότι
πρέπει να είναι γνωστή η βλάβη που
παθαίνει η ομάδα που στοχοποιείται με
τη ρητορική μίσους.
Να έχει μελετηθεί,
να έχουν καταγραφεί περιστατικά στα
οποία φαίνεται καθαρά πώς λειτουργεί
ο περιορισμός των δικαιωμάτων, τι είδους
βλάβη δηλαδή παθαίνει η ομάδα που
στοχοποιείται.
ΔΕΝ αρκεί αυτό να είναι
θεωρητικό ή υπόθεση.
Πρέπει να έχει
καταγραφεί, να υπάρχει προηγούμενο.
Αν
δηλαδή πει κάποιος ότι "Όσοι παίζουν
παιχνίδια βίας στο πισί, είναι άτομα
επικίνδυνα και πρέπει να δολοφονούνται",
αυτό ΔΕΝ είναι ρητορική μίσους, γιατί
ΔΕΝ έχει υπάρξει προηγούμενο στο οποίο
οι παίκτες ηλεκτρονικών παιχνιδιών να
απειλούνται ή να έχουν δολοφονηθεί λόγω
αυτής της ιδιαιτερότητάς τους.
Το
τέταρτο σημείο είναι λίγο πιο θεωρητικό
και αφορά στην ίδια τη σύνθεση του λόγου.
Δηλαδή, αν ο λόγος ΔΕΝ αποδίδει
χαρακτηρισμούς αλλά απλά σχολιάζει,
τότε ΔΕΝ είναι ρητορική μίσους.
Πρέπει
μέσα από την διατύπωση του λόγου να
φαίνεται, να διακρίνεται ότι υπάρχει
προτροπή έμμεση ή άμεση για περιορισμό
δικαιωμάτων ή πράξεις βίας.
Οπότε
χρειάζεται να συντρέχουν συγκεκριμένοι
λόγοι για να ονομάσουμε κάτι ως ρητορική
μίσους.
ΔΕΝ είναι ρητορική μίσους
κάθε αρνητική έκφραση ή κάθε σχολιασμός.
Κάθε
άλλο...
Τουλάχιστον στην ελληνική νομοθεσία
όταν ήρθε για ψήφιση το νομοσχέδιο,
προβλέπονταν αυτοί οι τέσσερις λόγοι.
Πολύ
συγκεκριμένοι, κατά τη γνώμη μου.
Τους
επαναλαμβάνω:
1. Θεσμική θέση
2.
Ρητορική κατά ομάδας όχι κατά προσώπου
3.
Γνωστή βλάβη, καταγεγραμμένα προηγούμενα
4.
Προτροπή προς παράνομες πράξεις
Όσες
αντιρρήσεις διάβασα, εστιάζονταν στην
έλλειψη κατανόησης από την κοινωνία
αυτού του φαινομένου, και στην πιθανή
κακή χρήση που θα γινόταν λόγω ακριβώς
αυτής της ελλιπούς κατανόησης.
Οπότε
θεωρώ ότι δε νομοθετούμε κατά της
ρητορικής μίσους γιατί δεν υπάρχει η
κοινωνική κατανόηση πάνω στην οποία θα
λειτουργήσει ο νόμος.
Όπως ακριβώς
στις επαρχίες του Πακιστάν, δεν υπάρχει
η κοινωνική κατανόηση για τις επιπτώσεις
του βιασμού σε μία κοπέλα, οπότε ο νόμος
όσο κι αν στραφεί κατά του βιαστή, η
κοινωνική κατανόηση εξαναγκάζει την
κοπέλα να τον παντρευτεί.
Είναι αδιάφορο αν εσύ θεωρείς
ότι το "να τον κάψουμε στο Σύνταγμά"
δεν είναι απειλή.
Είναι.
Μπορείς
να πεις ότι δεν σε ενοχλεί προσωπικά να
δέχεσαι απειλές, αλλά αυτό είναι κάτι
άλλο.
Όμως οι απειλές είναι απειλές,
όπως και οι συκοφαντίες είναι συκοφαντίες.
Αντιστοίχως, αν θέλουμε να κατανοήσουμε
τη ρητορική μίσους, πρέπει να ξέρουμε
για ποιο πράγμα μιλάμε.
Το αν μας
ενοχλεί ή αν δεν μας ενοχλεί προσωπικά,
είναι άσχετο θέμα.
Π.χ. σε κάποιον
μπορεί να μην τον ενοχλεί καθόλου να
δέχεται σφαίρες αδέσποτες, γιατί μπορεί
να κυκλοφορεί με αλεξίσφαιρο, οπλισμένος
σαν αστακός και να γουστάρει παιχνίδια
με ζωντανά πυρά.
Ο νόμος όμως οφείλει
να καλύπτει γενικά τον κόσμο, και δε
θα αδιαφορήσει επειδή υπάρχουν πρόσωπα
που έχουν το προνόμιο, τη δύναμή ή τη
θέση να καλύπτονται και να προστατεύονται
από μόνοι /ες τους.
Προσπαθείς να εξασφαλίσεις την ανάγκη
για ελευθερία λόγου κι αυτό είναι
κατανοητό.
Στην προσπάθεια σου αυτή,
όμως, δεν κερδίζει η υπόθεση, ούτε
κατανοούμε περισσότερα αν κάνεις λογικά
άλματα η διατείνεσαι ότι κάτι είναι
κάτι άλλο ή εξισώνεις πράγματα διαφορετικά.
Η βία στην οποία αναφερόμαστε είναι
ακριβώς αποτέλεσμα της ρητορικής μίσους
και δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς αυτήν.
Δεν είναι σε καμία περίπτωση το
συμπτώματα της βίας, είναι το αίτιο.
Μπερδεύεις γενικά τη βία, με τη
ρατσιστική βία. Η βία στη γενική μορφή
της ΔΕΝ είναι ιδεολογικοποιημένη, οπότε
οι εκ των υστέρων εκλογικεύσεις της
κατανοούμε ότι δεν είναι οι αιτίες. Στην
περίπτωσή όμως της ιδεολογικοποιημένης
βίας, η ιδία η αιτία είναι η εκλογίκευση
δηλαδή η ιδέες οι οποίες μας οδηγούν σε
αυτή. Τέτοια είδη βίας μπορεί να είναι
και θετικά, όπως η επαναστατική βια.
Η
ρητορική μίσους ΔΕΝ αναφέρεται λοιπόν
σε κάθε μορφή ιδεολογικοποιημένης βίας,
αλλά μόνο στις μορφές της βίας που
προκύπτουν από ρατσιστικές ιδεολογίες.
Αλλά ακόμα και σε αυτό το τόσο καθαρό
πεδίο, απαιτεί το νομοσχέδιο να υπάρχουν
οι τέσσερις ειδικοί παράμετροί που
ανέφερα παραπάνω. Ώστε να εξασφαλίζεται
ακόμα περισσότερο ότι δεν πρόκειται να
γίνει κακή η καταχρηστική χρήση του
νόμου.
Εδώ ακόμα και οι έρευνες στους δικαστικούς
δείχνουν ότι οι αποφάσεις τους επηρεάζονται
από τα χαρακτηριστικά του θύματος.
Η
περιθωριοποίηση και ο κοινωνικός
αποκλεισμός είναι δύο από τις πιο
"απαλές" μορφές των εντελώς ξεκάθαρα
αναλυμένων αποτελεσμάτων.
Τα
παραδείγματα δεν είναι ένα ή δύο,
καλύπτουν όλο το φάσμα της κοινωνικής
ζωής.
Αρκεί να υπάρχει διάθεση
κατανόησης του φαινομένου και ενημέρωση.
Η
νομοθεσία για τη ρητορική μίσους
ακολουθεί παράλληλες γραμμές με τη
νομοθεσία για τους γάμους ομοφύλων
προσώπων.
Και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Δηλαδή, συζητείται διαρκώς και
περιμένει τις κοινωνίες να αποκτήσουν
ικανοποιητική κατανόηση και να μην
τελούν υπό σύγχυση και φοβία.
Δεν
είναι μια υπόθεση που έχει κλείσει,
είναι μια υπόθεση που μόλις πριν λίγα χρόνια άνοιξε.
Προς το παρόν
είναι δεδομένο ότι μπροστά στην πρακτική
εφαρμογή ενός τέτοιου νομοσχεδίου
υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις και ταύτιση
άσχετων θεμάτων, γιατί ακριβώς δεν
έχουμε την κοινωνική κατανόηση που θα
βοηθούσε να αντιληφθούμε το ξεκάθαρο
του θέματος. Όπως ακριβώς στις επαρχίες
του Πακιστάν ταυτίζουν την αξιοπρέπεια
της βιασμένης κοπέλας με την αποκατάστασή
της από το βιαστή.
Βλέπεις κι εσύ
ότι αναγκαστικά αδιαφορείς για τα
συγκεκριμένα σημεία του νομοσχεδίου,
αδιαφορείς δηλαδή για το ίδιο το θέμα,
και τα επιχειρήματα που φέρνεις
σχετίζονται με το φαντασιακό σου γύρω
από το θέμα.
Δηλαδή, το μόνο επιχείρημα
που βλέπω να επαναλαμβάνεται είναι
διαρκώς ότι το νομοσχέδιο θα περιορίσει
το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης.
Διάβασε τα τέσσερα σημεία που
υπενθυμίζω διαρκώς και προσπάθησε να
βρεις παραδείγματα στα οποία θα
λειτουργούσε αρνητικά ένας τέτοιος
περιορισμός.
Δηλαδή να φανταστείς
παραδείγματα στα οποία ο ρατσιστικός
λόγος ενός θεσμικού προσώπου που
προτρέπει σε παράνομες γνωστές πράξεις
κατά ομάδας, είναι κάτι που ΔΕΝ φέρνει
αρνητικά αποτελέσματα στους στοχοποιημένους,
αλλά εξυπηρετεί τον κοινωνικό διάλογο.
Βρες συγκεκριμένα παραδείγματα. Γιατί
τα ιστορικά προηγούμενα φανερώνουν ΟΛΑ
ακριβώς το αντίθετο, με πρώτο και κύριο
το παράδειγμα του ναζισμού.
Επαναλαμβάνω
προς εμπέδωση: Η φοβία ότι το νομοσχέδιο
αυτό τελικά θα περιορίσει την ελευθερία
έκφρασης είναι εντελώς αντίστοιχη με
την αίσθηση ότι η τιμωρία του βιαστή θα
αφήσει εκτεθειμένη τη βιασμένη κοπέλα,
κι ότι η μόνη επανόρθωση είναι να την
παντρευτεί ο βιαστής.
Λοιπόν, γενικά
όλη η μελέτη του κοινωνικού φαινομένου
της ρητορικής μίσους, είναι μελέτη του
αποκλεισμού, της περιθωριοποίησης και
της συνεπαγόμενης στοχοποίησης, δηλαδή
του έμπρακτου ρατσισμού. Είναι μια
αποτύπωση αυτού του φαινομένου.
Το
οποίο φαινόμενο ΔΕΝ είναι το σύμπτωμα,
αλλά το ίδιο το αίτιο της ρατσιστικής
βίας.
Μιλάμε δηλαδή για τόμους περιγραφής
κι ανάλυσης του φαινομένου του
ρατσισμού.
Πέτρος Σαπουντζάκης
Εκπαιδευτικός και ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Εκπρόσωπος της Ομάδας κατά της Ομοφοβίας στην εκπαίδευση